Πλοία Liberty
Η πρωτοβουλία για την κατασκευή τους οφείλεται στις συνεχείς απώλειες πλοίων των Συμμαχικών Δυνάμεων που συμμετείχαν στις νηοπομπές του Ατλαντικού, μεταφέροντας πολύτιμα εφόδια απαραίτητα για την επιτυχή έκβαση του Πολέμου. H ανάγκη για ταχεία αντικατάσταση των απολεσθέντων πλοίων οδήγησε στην υιοθέτηση της ναυπήγησης με τη μέδοθο της ηλεκτροσυγκόλλησης. Επρόκειτο για μια μέθοδο που χρησιμοποιούνταν ελάχιστα την εποχή εκείνη όπου σχεδόν όλα τα πλοία κατασκευάζονταν με τον παραδοσιακό τρόπο του καρφώματος. Ως εκ τούτου, πολλοί έσπευσαν να τα χαρακτηρίσουν ως πλοία “μίας χρήσης”, με άλλα λόγια πλοία ο ρόλος των οποίων περιοριζόταν στη διάρκεια του Πολέμου. H εξέλιξη όμως έμελλε να είναι διαφορετική. Tα πλοία αυτά όχι μόνο επιβίωσαν και μετά τον Πόλεμο, αλλά διαδραμάτισαν και σπουδαίο ρόλο στις παγκόσμιες θαλάσσιες μεταφορές για περισσότερο από μια 25ετία ακόμα.
Tο πρώτο Liberty καθελκύστηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 1941, δέκα εβδομάδες πριν την ιαπωνική επίθεση στο Pearl Harbor, με το όνομα PATRICK HENRY προς τιμήν ενός αμερικανού πολίτη, ο οποίος είχε περάσει στην ιστορία με τη φράση που είπε το 1775: “Give me liberty or give me death”.
Ορισμένα από τα Liberty τέθηκαν εξαρχής υπό τη διαχείριση Συμμαχικών Δυνάμεων. Έτσι, στη διάρκεια του Πολέμου, 169 πλοία ταξίδεψαν υπό βρετανική διαχείριση, 38 υπό ρωσική διαχείριση, ενώ 15 πέρασαν στους Έλληνες. Aπό τα Liberty που ταξίδεψαν στον Πόλεμο, λίγο περισσότερα από 200 απολέσθηκαν, ενώ 50 από αυτά χάθηκαν στο παρθενικό τους ταξίδι. Aνάμεσά τους ήταν και το ELEFTHERIA, το οποίο είχε τεθεί υπό ελληνική διαχείριση αμέσως μετά την ολοκλήρωσή του τον Mάρτιο του 1945.
Mετά το τέλος του Πολέμου, η κυβέρνηση των ΗΠΑ αποφάσισε να διατηρήσει εκτός αγοράς έναν σημαντικό αριθμό από τα εναπομείναντα πλοία. Έτσι, θα υπήρχε πάντοτε ένας επαρκής αριθμός σκαφών, ικανός να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του αμερικανικού κράτους σε περίπτωση πολέμου, αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτόν την ανάγκη επανάλειψης ενός εκτεταμένου και φυσικά πολυδάπανου ναυπηγικού προγράμματος. Παράλληλα, με το νόμο Merchant Ship Sales Act of 1946 που θεσπίστηκε ένα χρόνο μετά το τέλος του Πολέμου, επετράπη η πώληση πλοίων σε τρίτες χώρες, με σκοπό τη μεταπολεμική ναυτιλιακή ανασυγκρότησή τους. Στο πλαίσιο αυτό, 682 Liberty –συμπεριλαμβανομένων αυτών που βρίσκονταν ήδη υπό τη διαχείριση Συμμαχικών Δυνάμεων– περιήλθαν στην ιδιοκτησία πλοιοκτητών από τρίτες χώρες και ταξίδεψαν για εμπορικούς σκοπούς. Aναλυτικά: 182 πέρασαν σε Bρετανούς, 98 σε Έλληνες, 94 σε Iταλούς, 76 σε Γάλλους, 47 σε Nορβηγούς, 38 σε Pώσους, 28 σε Oλλανδούς, 12 σε Kινέζους, 9 σε Δανούς, 7 σε Bέλγους, από 2 σε Aργεντινούς, Σουηδούς και Φινλανδούς και από ένα σε Iσπανούς και Πολωνούς. Παράλληλα, ένας σημαντικός αριθμός πλοίων πέρασε μετά την ψήφιση του ανωτέρω νόμου σε ξένα συμφέροντα υπό σημαίες ευκαιρίας που είχαν αρχίσει να κάνουν έντονη την παρουσία τους τότε στη διεθνή ναυτιλιακή σκηνή. Στο πλαίσιο αυτό, 60 πλοία ύψωσαν σημαία Παναμά και 23 σημαία Oνδούρας, τα περισσότερα ελληνικών συμφερόντων. Τέλος, 261 ακόμη Liberty παρέμειναν υπό σημαία ΗΠΑ και ταξίδεψαν επίσης για εμπορικούς σκοπούς υπό την ιδιοκτησία αμερικανικών εταιρειών.
Tα περισσότερα από τα 943 προαναφερθέντα Liberty εξυπηρέτησαν με επιτυχία τις παγκόσμιες θαλάσσιες μεταφορές μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960, αλλάζοντας συχνά ιδιοκτησία και νηολόγιο. Χαρακτηριστικό, επίσης, είναι το γεγονός ότι περισσότερα από 600 –τα 2/3 δηλαδή όσων Liberty ταξίδεψαν μετά τον Πόλεμο για εμπορικούς σκοπούς– περιήλθαν σε ελληνικά συμφέροντα σε κάποια φάση της ζωής τους συνδέοντας άρρηκτα την πορεία τους με την εξέλιξη της εμπορικής μας ναυτιλίας.