ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΚΟΥ ΞΥΛΑΣ (1899-1982)

Ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου 1899 στα Καρδάμυλα της Χίου. Ήταν γιος του εφοπλιστή ιστιοφόρων Μάρκου Ξυλά και της Σταματίας Διακογιώργη, εγγονός του καραβοκύρη Ιωάννη Ξυλά και δισέγγονος του Μάρκου Πονηρού, o οποίος λόγω της ενασχόλησής του με τη μεταφορά ξυλείας μεταξύ Χίου και Κωνσταντινούπολης είχε λάβει το προσωνύμιο «Ξυλάς».

O Μιχαήλ Μ. Ξυλάς ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο ιστορικό Γυμνάσιο της Χίου που είχε ιδρυθεί το 1792 και ακολούθως γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ωστόσο, η φοίτησή του διεκόπη με το ξέσπασμα της ελληνοτουρκικής σύρραξης (1919-1922), κατά τη διάρκεια της οποίας υπηρέτησε στο θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ. Όπως ο ίδιος είχε αργότερα εξομολογηθεί, έβρισκε χρόνο ενώ υπηρετούσε για να μελετήσει, καθισμένος κοντά σε μια από τις καπνοδόχους του πλοίου. Δεν είχε ακόμη ολοκληρώσει τη θητεία του, όταν τελικά έλαβε με διάκριση το πτυχίο του (8/10).

Επιστρέφοντας το 1923 στην πατρίδα του για ολιγοήμερη παραμονή έτυχε να συναντήσει και να γνωρίσει τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος επισκεπτόταν το νησί την ίδια εποχή. Ο επιφανής πολιτικός εντυπωσιάστηκε από την προσωπικότητα και τις γνώσεις του νεαρού νομικού και του πρότεινε να δραστηριοποιηθεί κοντά του στον πολιτικό στίβο. Ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς, αν και ένιωσε ιδιαίτερη τιμή από αυτήν την πρόταση, τελικά αρνήθηκε επισημαίνοντας πως προερχόταν από ναυτική οικογένεια και ένιωθε οτι το μέλλον του έπρεπε να είναι συνδεδεμένο με τη θάλασσα. Την ίδια χρονιά, πράγματι, άνοιξε ένα δικηγορικό γραφείο στην Αθήνα με το φίλο του Γεώργιο Λιγνό από τις Οινούσσες με ειδίκευση σε θέματα Ναυτικού Δικαίου, μια συνεργασία που κράτησε 27 χρόνια. Από το γραφείο τους πέρασαν ως ασκούμενοι πολλοί νέοι δικηγόροι, ανάμεσά τους και οι Κώστας Μ. Λεμός και Μάρκος Ι. Λύρας, οι οποίοι τις επόμενες δεκαετίες γνώρισαν σπουδαίες διακρίσεις στον ναυτιλιακό χώρο.

Μεταξύ των πελατών του γραφείου του ήταν και ο επίσης Καρδαμυλίτης Παναγιώτης Μ. Πουτούς, αυτοδημιούργητος εφοπλιστής, ο οποίος προηγουμένως είχε σταδιοδρομήσει ως μηχανικός του Εμπορικού Ναυτικού. Στη διάρκεια επίσκεψής του στο σπίτι του πελάτη του στην Αθήνα, όπου ζούσε με τις αδελφές του Ματρώνα και Ειρήνη, γνώρισε την ανιψιά του Σταματία Κ. Πουτού, η οποία φοιτούσε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και φιλοξενούταν στο σπίτι των θείων της. Η γνωριμία τους κατέληξε, μετά την αποφοίτησή της, σε έναν ευτυχισμένο γάμο το 1931 και στη γέννηση της μοναχοκόρης τους Ματρώνας, τέσσερα χρόνια αργότερα.

Η εξέλιξη αυτή οδήγησε σταδιακά και στη διεύρυνση της συνεργασίας του Μιχαήλ Μ. Ξυλά με τον Παναγιώτη Πουτού. Το 1936 απέκτησε το 50% των μετοχών του ατμοπλοίου MICHALIS POUTOUS, το οποίο μετονομάστηκε ARIS. Η ενεργός ενασχόλησή του με τη ναυτιλία δεν άργησε να τον γοητεύσει, με αποτέλεσμα να στραφεί όλο και περισσότερο κοντά της. Το γεγονός αυτό διαφαίνεται μέσα από άρθρα του που δημοσιεύτηκαν σε ναυτιλιακά έντυπα της εποχής.

Η διαχείριση του πλοίου πραγματοποιούνταν από τον Πειραιά σε γραφεία στην οδό Τσαμαδού 25, ενώ παράλληλα είχε ανατεθεί η πρακτόρευσή του και στο Λονδίνο από το νεοσυσταθέν ναυτιλιακό γραφείο του Καρδαμυλίτη εφοπλιστή Ιωάννη Μ. Λιβανού με την επωνυμία John Livanos & Sons Ltd. Αμέσως μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς απέκτησε σε συνεργασία με τον Μάρκο Λύρα ένα μικρό φορτηγό ατμόπλοιο από τον Γιάννη Βαρδαβά, το υπό παναμαϊκή σημαία FROSSOULA. Ωστόσο, και τα δύο πλοία, το ARIS και το FROSSOULA, τορπιλίστηκαν στη διάρκεια του πολέμου, ενώ η Ελλάδα βρισκόταν ακόμη σε ουδετερότητα. Εν τω μεταξύ, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς είχε μεταφέρει τα γραφεία του στην οδό Νοταρά 44 στον Πειραιά.

To 1946, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ενώ η Ελλάδα βίωνε έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς μετέβη στο Λονδίνο. Η σύζυγός του Σταματία με την κόρη τους Ματρώνα τον ακολούθησαν ένα χρόνο αργότερα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, η βρετανική πρωτεύουσα αποτέλεσε τη βάση της δραστηριότητάς του. Χάρη στην τελειομανία και την ακεραιότητά του που χαρακτήριζαν όλες τις επιχειρηματικές του πρωτοβουλίες, η ήδη αναγνωρισμένη δραστηριότητά του στην Ελλάδα έγινε ευρέως γνωστή και στους βρετανικούς κύκλους.

H μεταπολεμική επανασύνδεσή του με τον εφοπλισμό ξεκίνησε με ένα τολμηρό εγχείρημα, την απόκτηση του μεγάλου επιβατηγού πλοίου ΑΒΑ, κατασκευής 1918, από τη φημισμένη βρετανική εταιρεία Elder Dempster. Με το ξέσπασμα του πολέμου, το πλοίο είχε επιταχθεί από το Βρετανικό Ναυαρχείο για να χρησιμοποιηθεί ως πλωτό νοσοκομείο, προσφέροντας ανεκτίμητες υπηρεσίες στον Αγώνα των Συμμάχων, πριν επιστραφεί στους ιδιοκτήτες του στις 7 Ιανουαρίου 1947. Την 1η Μαΐου 1947, το πλοίο αγοράστηκε αντί 55.000 λιρών από την εταιρεία Bawtry Steamship Co. Ltd., η οποία βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Ιωάννη Λιβανού, του Παναγιώτη Πουτού και του Μιχαήλ Μ. Ξυλά, και μετονομάστηκε ΜATRONA με λιμάνι νηολόγησης το Liverpool. To πλοίο επρόκειτο να δραστηριοποιηθεί σε τακτική γραμμή στη Νότια Αμερική για να αντιμετωπίσει το διαρκώς αυξανόμενο ρεύμα μεταναστών της εποχής. Ατυχώς, στις 31 Οκτωβρίου 1947 στη διάρκεια εργασιών ανακαίνισής του στο Bidson του Birkenhead του Ηνωμένου Βασιλείου, ανατράπηκε εξαιτίας λανθασμένης εκτίμησης των επισκευαστών του, οι οποίοι αφαίρεσαν το μόνιμο έρμα από σιδηροχελώνες που είχαν τοποθετηθεί για την ευστάθεια του πλοίου. Μετά από πολλές προσπάθειες, το πλοίο επανέπλευσε στις 8 Ιουνίου 1948. Ωστόσο, οι ζημιές που είχε υποστεί ήταν τόσο σοβαρές που το πλοίο χαρακτηρίστηκε ολική απώλεια και τελικά οδηγήθηκε στα διαλυτήρια.

To ατυχές περιστατικό με το MATRONA δεν αποθάρρυνε τον Μιχαήλ Μ. Ξυλά, ο οποίος συνέχισε τις προσπάθειες ανάπτυξης του στόλου του. Στα τέλη του 1947, απέκτησε από τον Μιχαήλ Α. Εμπειρίκο το φορτηγό FRYXOS II, κατασκευής 1919, το οποίο παρέλαβε στις αρχές Φεβρουαρίου 1948 στο Rotterdam, μετονομάζοντάς το PROSPERO υπό παναμαϊκή σημαία. Ακολούθως, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς προχώρησε στην ίδρυση του γραφείου Faros Shipping Co. Ltd., το οποίο λειτούργησε το 1949 με έδρα στην οδό 6 Bevis Marks, EC3 στο Λονδίνο και με διευθυντές τον Μιχαήλ Μ. Ξυλά, τον James R. Douglas και τον Thomas A. Leitch. To PROSPERO παρέμεινε υπό τη διαχείριση του ομίλου Ξυλά μέχρι το τέλος του 1953, οπότε πουλήθηκε για διάλυση στην Ιαπωνία.

Αρχικά, η εταιρεία Faros ανέλαβε τη διαχείριση ενός σημαντικού αριθμού πλοίων που βρίσκονταν υπό την ιδιοκτησία διαφόρων εφοπλιστών από τη Χίο και τις Οινούσσες, όπως ο ξάδελφός του Αριστείδης Ξυλάς, ο Ιωάννης Νικηφόρος και ο Ιωάννης Άγγελος. Συγχρόνως, το γραφείο του Ξυλά λειτούργησε και ως εφαλτήριο για την ίδρυση ενός αριθμού σημαντικών ναυτιλιακών επιχειρήσεων, όπως ο οίκος της οικογένειας του Διαμαντή Λεμού και του Γεωργίου Νικολού, οι οποίοι είχαν εμπιστευτεί την εκπροσώπηση των πλοίων τους στην εταιρεία Faros από το 1950 έως το 1962, οπότε ίδρυσαν το δικό τους γραφείο στο Λονδίνο υπό την επωνυμία Diamantis Lemos Ltd.

To 1952 ο Παναγιώτης Πουτούς απεβίωσε και ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς ανέλαβε την πλήρη ευθύνη της διαχείρισης του οικογενειακού ομίλου –που σημείωνε ήδη εξαιρετική πρόοδο– ενώ στην εταιρεία εξακολούθησαν να διατηρούν συμφέροντα η σύζυγος του Παναγιώτη Πουτού, Χαρά, και οι κόρες του Κική και Μαίρη. Τον επόμενο χρόνο, κι ενώ η παγκόσμια ναυτιλία σημείωνε άνοδο, η οικογένεια απέκτησε ένα πλοίο τύπου Liberty, το οποίο ονομάστηκε ALKIMOS και τέθηκε υπό σημαία Κόστα Ρίκας μέχρι το 1959, οπότε ύψωσε ελληνική σημαία ως ανταπόκριση στις προσπάθειες της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή για την ενίσχυση του ελληνικού νηολογίου.

Την ίδια εποχή, ξεκινούσε το πρώτο ναυπηγικό πρόγραμμα του Μιχαήλ Μ. Ξυλά που αφορούσε την κατασκευή ενός τύπου φορτηγών πλοίων από τα ναυπηγεία John Readhead & Sons Ltd. στο South Shields του Ηνωμένου Βασιλείου. Το πρώτο πλοίο ονομάστηκε ANAX, ύψωσε σημαία Λιβερίας και παραδόθηκε στους πλοιοκτήτες του τον Μάρτιο του 1955, για να ακολουθήσουν τρία παρόμοια φορτηγά, το APOLLON το 1957, το ATLAS το 1958 και το ALEXANDROS το 1959. Στη διάρκεια της καθέλκυσης του πλοίου ALEXANDROS στις 11 Νοεμβρίου 1958, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς επιχείρησε θαρραλέα με έναν δυναμικό και ειλικρινή λόγο να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τη διαφαινόμενη παρακμή της άλλοτε κραταιάς βρετανικής ναυπηγικής βιομηχανίας. Νωρίτερα τον ίδιο χρόνο, ο Αλέξανδρος Κομνηνός, ένας δραστήριος, πολυτάλαντος και εξαιρετικά μορφωμένος νέος, έγινε μέλος της οικογένειας μετά το γάμο του με τη μοναχοκόρη του Ξυλά, τη Ματρώνα. Στη διάρκεια του έγγαμου βίου τους που διήρκεσε έως το 1975, το ζευγάρι απέκτησε τρία παιδιά, τον Νικόλα που γεννήθηκε το 1959, τη Τζουλιάννα το 1961 και τη Σταματία το 1963. Επίσης το 1958, ο ανιψιός του Μιχαήλ Μ. Ξυλά, ο Αντώνης Ι. Ξυλάς, δεύτερος γιος του μεγαλύτερου αδελφού του Ιωάννη, ο οποίος είχε γεννηθεί το 1921 και ασκούσε το δικηγορικό επάγγελμα, παντρεύτηκε την Κική, τη μεγαλύτερη κόρη του αείμνηστου Παναγιώτη Πουτού και έκτοτε συνεργάστηκε με το θείο του, εκπροσωπώντας τα συμφέροντα της οικογένειας Πουτού.

Παρά τη σοβαρή κρίση που είχε ξεσπάσει στον ναυτιλιακό χώρο το 1957, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς απέκτησε δύο ακόμη πλοία προς τα τέλη του 1959, με σκοπό την ενίσχυση του στόλου του και την αποτελεσματικότερη λειτουργία του γραφείου Faros, με δεδομένη τη σταδιακή αποχώρηση των «πελατικών» πλοίων. Το πρώτο απ’ αυτά ήταν το Liberty PANAGOS, κατασκευής 1944, υπό την ιδιοκτησία της οικογένειας Λύρα που βρισκόταν παροπλισμένο στην Τεργέστη από το 1957, και το οποίο μετονομάστηκε ΑΜΑΖΟΝ υπό ελληνική σημαία. Το δεύτερο ήταν το βρετανικό CLINTONIA, κατασκευής 1941, που αποκτήθηκε από τη Stag Line στις 10 Δεκεμβρίου έναντι 62.500 λιρών και μετονομάστηκε ASPIS υψώνοντας επίσης ελληνική σημαία. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1947 το καύσιμο της κύριας μηχανής του είχε μετατραπεί από γαιάνθρακα σε πετρέλαιο με συνολικό κόστος τις 138.000 λίρες. Την ίδια εποχή, τρία νεότευκτα πλοία υπό σημαία Λιβερίας, τα προαναφερθέντα ANAX, APOLLON και ATLAS, ύψωσαν ελληνική σημαία. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, όλα τα πλοία του ομίλου Ξυλά ταξίδευαν υπό ελληνική σημαία.

Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς εκλέχθηκε στο συμβούλιο του Greek Shipping Co-operation Committee, το οποίο υπηρέτησε αργότερα και ως αντιπρόεδρος. Επίσης, συνεισέφερε σημαντικά στη δημιουργία του Hellenic War Risks Club, της πρώτης αλληλασφαλιστικής οργάνωσης που υλοποιήθηκε το 1961. Η εταιρεία Faros βρισκόταν ανάμεσα στα δέκα ιδρυτικά γραφεία του σημαντικού αυτού οργανισμού για την ελληνική ναυτιλία.

Η επόμενη δεκαετία χαρακτηρίστηκε από μια σειρά αξιοσημείωτων αλλαγών στον όμιλο. Αρχικά, κρίθηκε αναγκαία η ίδρυση ενός γραφείου στον Πειραιά, με κύριο αρχικό σκοπό την οργάνωση του τομέα επάνδρωσης των πλοίων, που μέχρι τότε λειτουργούσε με τη φροντίδα του πρακτορείου Αδελφών Καραγιαννίδη στην Ακτή Μιαούλη. Ως αποτέλεσμα, το 1960 ιδρύθηκε η εταιρεία Pyrsos Shipping Co. Ltd. στην οδό Βασιλέως Κωνσταντίνου 14 στον Πειραιά, με επικεφαλής τον Αντώνη Ι. Ξυλά και με τη συμμετοχή του μεγαλύτερου αδελφού του πλοιάρχου Μάρκου Ι. Ξυλά, ο οποίος είχε υπηρετήσει σε πλοία της οικογένειας για πολλά χρόνια. Η νεοσύστατη αυτή εταιρεία εξακολούθησε να παίζει σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του ομίλου.

Καθώς ο ρόλος της εταιρείας Faros ως αντιπρόσωπος «πελατικών» πλοίων σταδιακά καταργήθηκε (με την αξιοσημείωτη εξαίρεση εκείνων που ανήκαν στους ανιψιούς του Αντώνη και Μάρκο), τα γραφεία μεταφέρθηκαν στην οδό 32-38 Duke’s Place, ΕC3 στο Λονδίνο. Εν τω μεταξύ, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς αποφάσισε την αναδιοργάνωση του οικογενειακού στόλου με επίκεντρο τη ραγδαία ανερχόμενη δύναμη στις παγκόσμιες ναυπηγήσεις, την Ιαπωνία. Έτσι, η απόκτηση του πλοίου GEORGE, κατασκευής 1953, από τον Αντώνη Παπαδάκη τον Αύγουστο του 1964 έναντι 226.000 λιρών, το οποίο μετονομάστηκε ALKYONE, ήταν η τελευταία επένδυσή του σε μεταχειρισμένα πλοία. 

Tον ίδιο μήνα, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς υπήρξε ένας από τους κεντρικούς ομιλητές στο Α’ Ναυτιλιακό Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε σε κεντρικό ξενοδοχείο των Αθηνών, μια πρωτοβουλία της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών και του Greek Shipping Co-operation Committee, παρουσία του Βασιλέως Κωνσταντίνου, του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου και σύσσωμης της πολιτικής ηγεσίας της χώρας. Η ομιλία του Μιχαήλ Μ. Ξυλά που επικεντρώθηκε στη Ναυτική Νομοθεσία, καθώς επίσης και σε άλλα θέματα της βιομηχανίας που έχρηζαν άμεσης αντιμετώπισης, κατέληγε ως εξής:

«Η καλή και αρτία Ναυτική Νομοθεσία αποτελεί ένα εκ των κυριωτέρων παραγόντων της καλής και επιτυχούς υποδομής δια την διατήρησιν της ήδη μεγάλης Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας και την περαιτέρω ανάπτυξίν της. Αφού δε η Ναυτιλία μας έφθασεν αβοήθητος εις τοιούτον βαθμόν προόδου και αναπτύξεως, ώστε να χαρακτηρισθή δικαίως, δια στόματος του κ. Πρωθυπουργού, ως αποτελούσα δόξαν της Ελλάδος, δεν είναι υπερβολικόν να ζητή αύτη όπως αι σχέσεις της ρυθμίζονται υπό νομοθεσίας συγχρόνου και από πάσης απόψεως αρτίας και επιτυχούς.».

Εν τω μεταξύ, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς και η σύζυγός του Σταματία ανέλαβαν την πρωτοβουλία ανακαίνισης του ερειπωμένου δημοτικού σχολείου των Καρδαμύλων όπου είχε φοιτήσει ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς, ενώ η Χίος βρισκόταν ακόμη υπό τον τουρκικό ζυγό, μετατρέποντάς το σε πολιτιστικό κέντρο. Tα εγκαίνια του κέντρου πραγματοποιήθηκαν στις 17 Οκτωβρίου 1965, ενώ η λειτουργία του χρηματοδοτήθηκε από την οικογένεια του Μιχαήλ Μ. Ξυλά μέχρι το 1996, όταν η κόρη του Ματρώνα, σύζυγος του καλλιτέχνη Nicholas Egon –τον οποίο παντρεύτηκε το 1980– το παρέδωσε στο δήμο των Καρδαμύλων, συνεχίζοντας εντούτοις να διατηρεί έντονο ενδιαφέρον για την ομαλή λειτουργία του.

O Μιχαήλ Μ. Ξυλάς αποτέλεσε την ηγετική προσωπικότητα στην ανάπτυξη όχι μόνο του δικού του ομίλου αλλά και για τις επιχειρήσεις συγγενών και φίλων, προσφέροντας γενναιόδωρα το χρόνο του, τον ενθουσιασμό και την εμπειρία του. Ο ίδιος αποτέλεσε σημαντικό εμπνευστή στη διάρκεια μιας δεκαετίας όπου οι Έλληνες υπήρξαν οι μεγάλοι πρωταγωνιστές στην ανάπτυξη του νέου κολοσσού της ιαπωνικής ναυπηγικής βιομηχανίας. Μεταξύ αυτών που συνεργάστηκαν στενά μαζί του ήταν οι οικογένειες Αγγελικούση, Ανδριανόπουλου, Ιγγλέση, Λουκά Νομικού, Λεντάκη και Περατικού, οι οποίοι εκείνη την εποχή πραγματοποιούσαν τα πρώτα τους βήματα στο χώρο των ναυπηγήσεων.

Η εξαιρετική ναυπηγική παρουσία του Μιχαήλ Μ. Ξυλά στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου ξεκίνησε με την καθέλκυση του πρώτου bulk carrier ACHILLEUS, στα ναυπηγεία Mitsui στις 28 Μαΐου 1965. Ακολούθησαν δύο ακόμη αδελφά πλοία, τα ARCHIMEDES και APOLLONIUS, 26.683 dwt το καθένα, τα οποία κατασκευάστηκαν στα ναυπηγεία Osaka Zosensho K.K. το 1966 και το 1967 αντίστοιχα, καθώς επίσης και το bulk carrier ARISTOTELIS, 42.197 dwt που παραδόθηκε το 1969.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη επένδυση του Μιχαήλ Μ. Ξυλά στην Ιαπωνία πραγματοποιήθηκε στα ναυπηγεία IHI, όπου τοποθέτησε παραγγελίες για την κατασκευή 32 πλοίων από το 1968 έως το τέλος της ζωής του το 1982, ορισμένα από τα οποία ναυπηγήθηκαν για λογαριασμο των ανιψιών του Αντώνη και Μάρκου Ξυλά. Καταλυτικό ρόλο στην υπόθεση αυτή έπαιξε η παρουσία του σπουδαίου Καναδού ναυπηγού George Campbell, ο οποίος συνέδεσε άρρηκτα τη σταδιοδρομία του με τις ναυπηγήσεις πλοίων «εν σειρά» σε ιαπωνικά ναυπηγεία, ιδιαίτερα την ΙΗΙ. Εκτός από τη στενή συνεργασία που ανέπτυξαν, ο Campbell και ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς συνδέθηκαν επίσης με μια ισχυρή και μακροχρόνια φιλία, η οποία συνεχίστηκε και με τον Αντώνη Ι. Ξυλά. 

Αναλυτικά, οι ναυπηγήσεις του ομίλου Faros από τον όμιλο ΙΗΙ αφορούσαν ένα bulk carrier υπό παναμαϊκή σημαία, το οποίο παραδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 1968, δέκα φορτηγά πλοία τύπου Freedom που παραδόθηκαν μεταξύ Δεκεμβρίου του 1968 και Μαρτίου του 1972, δεκαπέντε bulk carriers τύπου Fortune και Friendship που κατασκεύαστηκαν μεταξύ Ιουνίου του 1971 και Απριλίου του 1985 και τέλος έξι φορτηγά πλοία τύπου Freedom MK II, από τον Αύγουστο του 1978 έως και τον Μάρτιο του 1980. 

Εν τω μεταξύ, η μεγάλη ανάπτυξη του ομίλου δημιούργησε την ανάγκη μεταστέγασης της εταιρείας Faros σε νέα γραφεία στη διεύθυνση Thorn House, Upper St. Martins Lane, WC2 στο Λονδίνο στις αρχές του 1971.

Το 1976, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς, ο οποίος είχε εγκατασταθεί στην Ελλάδα από το 1973, συνέστησε το γραφείο Astron Maritime Co. S.A. στον Πειραιά, συνεχίζοντας μέχρι το τέλος της ζωής του τη στενή συνεργασία με τον Αντώνη Ι. Ξυλά, ο οποίος αναλάμβανε όλο και σημαντικότερο ρόλο στη λειτουργία του οικογενειακού ομίλου.

Περί τα τέλη της δεκαετίας του 1970, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς με τη σύζυγό του δημιούργησαν το Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο στη Χίο. Ήταν ένα πρωτοποριακό κέντρο, πολλαπλών χρήσεων, που αποτέλεσε υποδειγματική στέγη για την πολιτισμική ανάπτυξη της περιοχής. Το έργο εγκαινιάστηκε το 1980 και τελικά δωρήθηκε στο δήμο της Χίου το 1985. Δυστυχώς, ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς δεν ήταν σε θέση να χαρεί τους καρπούς αυτού του τεράστιου δείγματος αγάπης στη γενέτειρά του, αφού δύο μόλις χρόνια μετά τα εγκαίνιά του απεβίωσε. To κέντρο συνεχίζει να ακμάζει μέχρι σήμερα.

Ο Μιχαήλ Μ. Ξυλάς κληροδότησε στην οικογένειά του, στην πατρίδα και σε όλους τους τομείς όπου δραστηριοποιήθηκε, ένα ξεκάθαρο και ισχυρό όραμα μοναδικής ηγετικής ικανότητας μέσω των αξιών της ακεραιότητας, της αυτοθυσίας και της ανθρωπιάς. Η κόρη του Ματρώνα και τα παιδιά της έχουν ολόψυχα υιοθετήσει και αναπτύξει τη μεγάλη του κληρονομιά σε όλες τις πτυχές της. Όσον αφορά τη ναυτιλιακή δραστηριότητα, αντιπροσωπεύουν έναν σύγχρονο στόλο από bulk carriers και δεξαμενόπλοια υπό τον διαχειριστικό έλεγχο τον ομίλου Phoenix Shipping Group.

Shares
Shares