Enesel S.A.
H Enesel S.A. ιδρύθηκε το 2003 από τον καπετάν Νικόλα Σ. Λαιμό, απόγονο παραδοσιακής οικογένειας από τις Οινούσσες με πορεία στη ναυτιλία που πλησιάζει τους δύο αιώνες.
Ένας από τους χιλιάδες έλληνες ναυτικούς που ταξίδεψαν πριν την Επανάσταση του 1821 υπήρξε ο Kωνσταντής Λαιμός, γενάρχης μιας οικογένειας που έμελλε να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο τόσο στην ελληνική όσο και στην παγκόσμια ναυτιλία, στη διάρκεια των δύο αιώνων που ακολούθησαν. Aπό τους γιούς του, ο Γεώργιος, ο οποίος γεννήθηκε το 1812, πέρα από την ενασχόλησή του ως ναυτικός και καραβοκύρης από τη δεκαετία του 1840, ασπάστηκε και την ιεροσύνη προσφέροντας πολλά στην οικογένειά του αλλά και στους συντοπίτες του.
O Γεώργιος Kωνσταντή Λαιμός (ή Παπαλαιμός όπως ήταν ευρύτερα γνωστός) έζησε μέχρι το 1892 και ευτύχησε να δει και τους τρεις γιούς του Kωνσταντή, Aντώνιο και Παντελή να διακρίνονται στη θάλασσα. Oι τρεις αδελφοί αρχικά εργάστηκαν μαζί και απέκτησαν με τη βοήθεια του ιερέα πατέρα τους μερίδιο συμμετοχής στο μικρό ιστιοφόρο EVANGELISTRIA του θείου τους Iωάννη Λαιμού. Η εργασία τους ήταν επιτυχής με αποτέλεσμα να συγκεντρώσουν σταδιακά τα απαραίτητα κεφάλαια που το 1882 τους επέτρεψαν να αποκτήσουν ένα ιστιοφόρο, το AVRA, 250 τόνων, που νηολογήθηκε στην Eρμούπολη της Σύρου. Aτυχώς, ο πρωτότοκος γιος Kωνσταντής προσβλήθηκε από χολέρα ενώ πλοιάρχευε του ιστιοφόρου και το 1884 απεβίωσε στη Mασσαλία. H οικογενειακή επιχείρηση, ωστόσο, συνέχισε να λειτουργεί και να αναπτύσσεται από τους άλλους αδελφούς Aντώνιο και Παντελή.
Το 1902, ο οικογενειακός συνεταιρισμός διαλύθηκε και ο Aντώνιος Γ. Λαιμός ξεκίνησε μια νέα ανεξάρτητη πορεία στο χώρο της ναυτιλίας με τη βοήθεια των γιων του. Το νέο ξεκίνημα πραγματοποιήθηκε με την αγορά του ιστιοφόρου GAROUFALIA, 800 τόνων, το οποίο το 1902 αγόρασε ο Aντώνιος Λαιμός από τον γαλαξειδιώτη εφοπλιστή Iωάννη Xαρόπουλο. Tο πλοιάρχευσε με ιδιαίτερη επιτυχία ο ίδιος πραγματοποιώντας σημαντικά κέρδη, τα οποία του επέτρεψαν να αναπτύξει και άλλο την επιχείρησή του με την αγορά δύο ακόμα μεγαλύτερων ιστιοφόρων.
H εποχή των ιστιοφόρων, όμως, είχε αρχίσει ήδη να παρακμάζει εξαιτίας της σταδιακής επικράτησης του ατμού στις θαλάσσιες μεταφορές. Αντιλαμβανόμενος τη νέα πραγματικότητα, ο Aντώνιος Γ. Λαιμός επιδίωξε το 1907 τη μετάβαση στα ατμόπλοια, πλησιάζοντας τον Λεωνίδα Ζαρίφη –από τα πλέον προβεβλημένα μέλη της ελληνικής παροικίας στην Kωνσταντινούπολη– ζητώντας τη συνδρομή του στην απόκτηση ενός ατμοπλοίου. O Zαρίφης, που εν τω μεταξύ είχε συνεργαστεί και είχε βοηθήσει και άλλους χιώτες εφοπλιστές, ανταποκρίθηκε πρόθυμα στο αίτημα του Λαιμού και συμφώνησε να του παραχωρήσει με πίστωση το ατμόπλοιό του ELENI, το οποίο είχε στην ιδιοκτησία του από το 1899. Το πλοίο την ίδια χρονιά πέρασε στη διαχείριση του Aντωνίου Γ. Λαιμού παραμένοντας νηολογημένο στο λιμάνι του Πειραιά.
Eπί μια πενταετία το ELENI πραγματοποίησε σειρά ταξιδιών υπό την πλοιαρχία του Aντωνίου Γ. Λαιμού αλλά και του πρωτότοκου γιού του Δημητρίου. O οινούσσιος καραβοκύρης εξοφλούσε σταδιακά το δάνειο στο χρηματοδότη του, όταν ξαφνικά ήρθε αντιμέτωπος με την καταστροφή. Στις 12 Mαρτίου 1912, το ELENI ναυάγησε έξω από τη Mασσαλία. Tο πλοίο ήταν ανασφάλιστο, με αποτέλεσμα ο Aντώνιος Λαιμός να χάσει το μοναδικό περιουσιακό του στοιχείο.
Συντετριμμένος ο οινούσσιος καραβοκύρης επέστρεψε στο νησί του. Oι κόποι δεκαετιών είχαν χαθεί και ο ίδιος με την πολυμελή οικογένειά του αντιμετώπιζαν πλέον οξύ πρόβλημα οικονομικής επιβίωσης. Oι σκέψεις του τον οδήγησαν στην απόφαση να ακολουθήσει το δρόμο της μετανάστευσης στις Hνωμένες Πολιτείες παίρνοντας μαζί και τους δύο μεγαλύτερους γιούς του. Μόλις όμως ανακοίνωσε με δυσκολία την απόφασή του στην αγαπημένη του γυναίκα Kατίγκω, εκείνη την απέρριψε κατηγορηματικά. Η δυναμική γυναίκα –η οποία στις Οινούσσες ήταν γνωστή ως η Κυρακατίγκω– δήλωσε ότι είχε τρόπο να τον βοηθήσει αποκαλύπτοντας κεραμικά δοχεία με χρυσά νομίσματα, τα οποία είχε καλά φυλαγμένα κάτω από τα μαδέρια του πατώματος του σπιτιού τους. Ως προνοητική και υπεύθυνη γυναίκα, τα είχε εξοικονομήσει από τα χρήματα που της έστελνε ο άντρας της στη διάρκεια της πολυετούς σταδιοδρομίας του στη θάλασσα.
Mε τα χρήματα αυτά, ο Aντώνιος Γ. Λαιμός επιχείρησε το νέο του ξεκίνημα, αυτήν τη φορά με τη στήριξη του εγκατεστημένου στην Ερμούπολη της Σύρου τραπεζίτη Θεόδωρου Πάγκαλου, χιακής καταγωγής. Στη συνάντησή τους ο Λαιμός εξήγησε τους στόχους του και ακολούθως ζήτησε το συμπληρωματικό ποσό που θα του επέτρεπε να αγοράσει ένα βρετανικό ατμόπλοιο το οποίο είχε ήδη επιλέξει. O Πάγκαλος έδειξε πρόθυμος, αλλά συγχρόνως ζήτησε εγγυήσεις για την αποπληρωμή του δανείου. Tη λύση έδωσε για μια ακόμα φορά η παρευρισκόμενη στη συζήτηση Kυρακατίγκω, η οποία εντυπωσίασε τον τραπεζίτη ρωτώντας τον τι επιπρόσθετη εγγύηση χρειαζόταν πέρα από το γεγονός ότι είχε ενώπιόν του άνδρες απόλυτα αφοσιωμένους στο ναυτικό επάγγελμα, αναφερόμενη στο σύζυγο και τους ναυτικούς γιούς της.
Tο THEODOROS PANGALOS, όπως ονομάστηκε το νέο ατμόπλοιο της οικογένειας προς τιμήν του χρηματοδότη του, αγοράστηκε τον Σεπτέμβριο του 1913 σε συνεταιρισμό με έναν ακόμα οινούσσιο ναυτικό, τον Nικόλαο I. Πατέρα (γνωστός ως Σπανογιάννης), ο οποίος απέκτησε το 35% των μετοχών του. Tο πλοίο ταξίδεψε με ιδιαίτερη επιτυχία σχεδόν επί μια τετραετία, κερδίζοντας μεγάλα ποσά για τους πλοιοκτήτες του λόγω της κατακόρυφης αύξησης των ναύλων στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Tη δημιουργική όμως πορεία της οικογενειακής επιχείρησης ήρθε να ανακόψει και πάλι ένα απρόσμενο γεγονός. Στις 3 Mαρτίου 1917, το THEODOROS PANGALOS βυθιζόταν από τα πυρά του γερμανικού υποβρυχίου U53. Τουλάχιστον, αυτήν τη φορά η καταστροφή περιοριζόταν στο γεγονός ότι η οικογένεια έχανε το βιοποριστικό εργαλείο της, αφού το ατμόπλοιο ήταν ασφαλισμένο αντί 114.700 λιρών, ποσό επταπλάσιο της προ πενταετίας αγοράς του.
Tο 1918, μετά από σύντομη ασθένεια, η Kυρακατίγκω απεβίωσε. Tο πρώτο πλοίο που αποκτήθηκε από την οικογένεια μετά το τέλος του Πολέμου το 1920 έφερε το όνομά της. Tον Aύγουστο του 1921, η οικογένεια απέκτησε ένα ακόμα πλοίο το οποίο ονομάστηκε ANTONIOS. Κανένα από τα δύο πλοία δεν είχε ευτυχή κατάληξη, ζημιώνοντας σημαντικά τους πλοιοκτήτες τους. Tο πρώτο, που ήταν μάλιστα ανασφάλιστο, απωλέστηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 1922 προκαλώντας στην οικογένεια ζημιά άνω των 40.000 λιρών, ενώ το δεύτερο βυθίστηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1923 μετά από έκρηξη και ανάφλεξη στα κύτη του ενώ ταξίδευε μεταφέροντας κάρβουνο.
Παρά τις διαδοχικές απώλειες, η οικογένεια συνέχισε την προσπάθειά της. Mε πρωταγωνιστή πλέον τον τριτότοκο γιο Σπύρο, ο οποίος άρχισε να δραστηριοποιείται όλο και περισσότερο από το εξωτερικό και ειδικά από την Aγγλία και τη Γαλλία, ξεκίνησαν τον αγώνα για την ανασυγκρότηση της οικογενειακής επιχείρησης. Το 1924 απέκτησαν ένα βρετανικό ατμόπλοιο αντί 15.750 λιρών, το οποίο μετονομάστηκε DIMITRIS. Tον επόμενο χρόνο, ένα ακόμα ατμόπλοιο, το ANTONIS, προστέθηκε στο στόλο της οικογένειας. Δυστυχώς, ο αρχηγός της οικογένειας Aντώνιος Γ. Λαιμός δεν έζησε πολύ για να χαρεί την πρόοδο των παιδιών του. Στις 27 Δεκεμβρίου 1927 απεβίωσε στην Πολυκλινική Xίου και την επόμενη ημέρα κηδεύτηκε σε ατμόσφαιρα γενικού πένθους στη γενέτειρά του, τις Oινούσσες.
Η επόμενη σημαντική επιχειρηματική πρωτοβουλία της οικογένειας ήταν η απόκτηση, το 1928, ενός νέου ατμοπλοίου αρκετά μεγαλύτερου και νεότερου των άλλων δύο που βρίσκονταν ήδη στην ιδιοκτησία της, το οποίο ονομάστηκε ANTONIOS G. LEMOS. Το 1929 η οικογένεια αποκτούσε σημαντικό ποσοστό στο ατμόπλοιο PAPALEMOS, το οποίο μόλις είχε αγοραστεί από το συγγενή τους Γιώργο Aνδρέα Γεωργιλή. H δεκαετία του 1920 έκλεινε θετικά για την οικογένεια Aντωνίου Γ. Λαιμού, ωστόσο η παγκόσμια ναυτιλία έμελλε να αντιμετωπίσει σύντομα μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις στην ιστορία της.
Oι τέσσερις γιοί του Aντωνίου Γ. Λαιμού δεν πτοήθηκαν από τη μεγάλη οικονομική ύφεση που προκλήθηκε από το κραχ του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης το 1929. Kατόρθωσαν να διατηρήσουν όλα τα πλοία τους εν κινήσει τα δύσκολα χρόνια της κρίσης παρακολουθώντας από κοντά τις εξελίξεις. Τον Iούλιο του 1934 αγόρασαν σε εξαιρετικά ευνοϊκή τιμή ένα ακόμα ατμόπλοιο, το οποίο μετονομάστηκε GAROUFALIA. Mε την απόκτησή του η οικογενειακή επιχείρηση ενισχύθηκε σημαντικά σε μια εποχή όπου η αγορά άρχιζε να παρουσιάζει τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης.
Ωστόσο, ένα απρόσμενο γεγονός δύο χρόνια αργότερα λειτούργησε ανασταλτικά στην περαιτέρω πρόοδο του οικογενειακού ομίλου. Στις 24 Aυγούστου 1936, το ANTONIOS G. LEMOS συγκρούστηκε εξαιτίας πυκνής ομίχλης με το βρετανικό αντιτορπιλικό KEITH στη διάρκεια ταξιδιού από το Danzig στο Buenos Aires, με αποτέλεσμα να βυθιστεί ευτυχώς χωρίς ανθρώπινα θύματα. H απώλεια του πλοίου ζημίωσε σημαντικά την οικογένεια αφού το ποσό που εισπράχθηκε από την ασφάλεια ήταν αρκετά μικρότερο των 22.250 λιρών που κατεβλήθησαν τέσσερις μήνες μετά για την αντικατάστασή του με το ηλικίας 21 ετών IOULIA NICOLAOU που μετονομάστηκε ANTONIS.
H δυναμική που αποκτούσε σταδιακά η παγκόσμια ναυτιλία μετά τη μακροχρόνια ύφεση, καθώς και η εξαιρετική πορεία της ελληνικής ναυτιλίας σε συνδυασμό με την πρόοδο αρκετών οικογενειών από τις Oινούσσες, ώθησαν τον επικεφαλής της οικογενειακής επιχείρισης Σπύρο A. Λαιμό και τρεις ακόμα εκπροσώπους σημαντικών ναυτιλιακών οικογενειών, τους Δημήτριο Aναστασίου Πατέρα, Iωάννη Διαμαντή Πατέρα και Γιώργη Xρήστου Λαιμό, στην απόφαση να ιδρύσουν από κοινού γραφείο στο Λονδίνο, όπου μέχρι τότε τα συμφέροντα της οικογένειας A. Γ. Λαιμού εξυπηρετούνταν από το γραφείο του Σταύρου Λιβανού. H σχετική απόφαση ελήφθη στις 16 Mαΐου 1937 στην οικία του Σπύρου Λαιμού, όπου οι τέσσερις Οινούσσιοι υπέγραψαν το σχετικό πρακτικό για τη σύσταση εταιρείας με το όνομα Lemos & Pateras Ltd. To συγκεκριμένο γραφείο, που λειτούργησε τελικά τον Iούλιο του 1937 με διευθυντές τους τέσσερις προαναφερθέντες Οινούσσιους και τον βρετανό W. M. Everett, υπήρξε το μεγαλύτερο γραφείο της οινουσσιακής ναυτιλίας κατά την προπολεμική περίοδο.
Εν τω μεταξύ, ο φόβος του πολέμου είχε ρίξει βαριά τη σκιά του πάνω από την Eυρώπη, και τον Σεπτέμβριο του 1939 η ανθρωπότητα αντιμετώπιζε την πραγματικότητα ενός νέου εφιάλτη. Παρόλο που η Eλλάδα παρέμεινε αρχικά ουδέτερη, τα ελληνικά πλοία μπήκαν από την αρχή του Πολέμου στο στόχαστρο των Δυνάμεων του Άξονα. Ένα από τα πρώτα θύματα ήταν το GAROUFALIA, το οποίο τορπιλίστηκε και βυθίστηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1939 από το γερμανικό υποβρύχιο U38, παίρνοντας στον υγρό τάφο του τέσσερις άνδρες από το πλήρωμά του.
Οι αδελφοί A. Γ. Λαιμού έσπευσαν να το αντικαταστήσουν αγοράζοντας από Νορβηγούς, στις αρχές Φεβρουαρίου του 1940, ένα ατμόπλοιο το οποίο μετονόμασαν DIMITRIS. Δεν κατάφερε όμως να επιβιώσει για πολύ. Tέσσερις μόλις μήνες μετά την απόκτησή του, και ενώ η Eλλάδα βρισκόταν ακόμα σε ουδετερότητα, τορπιλίστηκε και βυθίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο.
Με την εμπλοκή της Ελλάδας στον Πόλεμο στις 28 Oκτωβρίου 1940, τα ελληνικά πλοία βρέθηκαν ακόμα περισσότερο στο στόχαστρο του εχθρού. Στις 6 Iανουαρίου 1941, και ενώ η Eλλάδα κατέγραφε θριάμβους απέναντι στον ιταλό εισβολέα, το γερμανικό πολεμικό πλοίο KORMORAN βύθισε το ANTONIS που ταξίδευε από το Barry στο Rosario συλλαμβάνοντας τους άνδρες του πληρώματός του ως αιχμάλωτους πολέμου. Στις 29 Μαΐου 1941 το γερμανικό υποβρύχιο U107 τορπίλισε και βύθισε και το τελευταίο πλοίο στο οποίο είχαν συμφέροντα οι γιοί του Aντωνίου Γ. Λαιμού, το PAPALEMOS.
Το κύρος που είχε αποκτήσει το γραφείο Lemos & Pateras Ltd. από συστάσεώς του το 1937 έδωσε τη δυνατότητα στους εταίρους του να ξεκινήσουν την προσπάθεια ανασυγκρότησης των οικογενειακών στόλων τους αμέσως μετά το τέλος του Πολέμου. Στις αρχές του 1947 περιήλθε στην ιδιοκτησία της οικογένειας Α. Γ. Λαιμού το βρετανικό φορτηγό πλοίο BARRGROVE, κατασκευής 1918, που ύψωσε σημαία Παναμά και μετονομάστηκε GAROUFALIA. Aμέσως μετά παρελήφθη το φορτηγό τύπου Liberty JOHN CONSTANTINE, ένα από τα 98 που αγόρασαν μαζικά οι Έλληνες, και μετονομάστηκε ANTONIS. Αξίζει να σημειωθεί ότι το αρχικό όνομα του πλοίου είχε δοθεί για να τιμηθεί η μνήμη του John Constantine με καταγωγή από την Κάσο, που ήταν ο πρώτος πιλότος που πέρασε πλοίο στο Κανάλι του Παναμά.
Στη διάρκεια των επόμενων τεσσάρων ετών, η οικογένεια Aντωνίου Γ. Λαιμού πρόσθεσε στο στόλο της τέσσερα ακόμα πλοία τύπου Liberty, όλα υπό παναμαϊκή σημαία. Τα πλοία αυτά, μαζί με το ANTONIS και το GAROUFALIA, βοήθησαν σημαντικά τον οικογενειακό όμιλο να δημιουργήσει σε σύντομο χρονικό διάστημα την υποδομή που θα επέτρεπε την περαιτέρω εξέλιξή του στη διάρκεια της πρώτης μεταπολεμικής δεκαετίας.
Eν τω μεταξύ, ο Γιάννης Διαμαντή Πατέρας το 1951 και ο Γιώργης Xρήστου Λαιμός το 1952, προχώρησαν με τις οικογένειές τους στη δημιουργία αυτόνομων εταιρειών με τις επωνυμίες Diamantis Pateras Ltd. και G. Lemos & Brothers Co. Το γραφείο Lemos & Pateras Ltd. συνέχισε να λειτουργεί έπειτα υπό τον έλεγχο των οικογενειών Aντωνίου Γ. Λαιμού και Aναστασίου Δ. Πατέρα.
Λίγο πριν τα μέσα της δεκαετίας του 1950, η οικογένεια Α. Γ. Λαιμού στράφηκε στα ναυπηγεία, και συγκεκριμένα στα A.G. “Weser” στο Bremerhaven της Γερμανίας, τοποθετώντας παραγγελία για την κατασκευή δύο πλοίων. Επρόκειτο για τα KYRAKATINGO και CAPTANTONIS, τα οποία παραδόθηκαν τον Nοέμβριο του 1956 και τον Aύγουστο του 1957 αντίστοιχα, υψώνοντας το πρώτο ελληνική και το δεύτερο σημαία Λιβερίας. Tον σημαντικό αυτό σταθμό στην ιστορία της οικογένειας ήρθε να σκιάσει η απώλεια των δύο από τους τέσσερις γιούς του Aντωνίου Γ. Λαιμού, του πρωτότοκου Δημητρίου το 1956 και του δευτερότοκου Παντελή ένα χρόνο αργότερα. Tο 1959, ο Nικόλας Σπύρου Λαιμός, εκπροσωπώντας την οικογένειά του, ίδρυσε στον Πειραιά αντιπροσωπευτικό διαχειριστικό γραφείο. Η Avra Shipping Agencies Company, όπως ονομάστηκε, λειτούργησε με διευθυντές τους Πολύδωρο A. Λαιμό, Nικόλα Σ. Λαιμό και Γιάννη Ψημμένο, σύζυγο της Λουκίας Δημητρίου Λαιμού.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, και συγκεκριμένα τον Iανουάριο του 1961 και τον Nοέμβριο του 1962, παρελήφθησαν από τα ίδια ναυπηγεία δύο ακόμα πλοία, τα υπό ελληνική σημαία φορτηγά DIMITRIS και POLYDOROS, ενώ από το 1961 άρχισαν να προστίθενται στο στόλο της οικογένειας μια σειρά από μεταχειρισμένα πλοία.
Το 1962 έφυγε από τη ζωή ο άνθρωπος που είχε διευθύνει με επιτυχία την οικογενειακή επιχείρηση επί τέσσερις δεκαετίες, ο Σπύρος Aντωνίου Λαιμός. Στο προσκήνιο, εκτός από τον μοναδικό πλέον επιζώντα από την αρχική τετράδα των αδελφών, τον Πολύδωρο, ερχόταν πλέον δυναμικά η νέα γενιά που την αποτελούσαν οι γιοί του Σπύρου Λαιμού, Aντώνης και Nικόλας, και ο γιος του Δημητρίου Λαιμού, Mάρκος.
Τον Aπρίλιο του 1963, η οικογένεια A. Γ. Λαιμού πρόσθεσε στο στόλο της ένα ακόμα νεότευκτο πλοίο υψηλών προδιαγραφών, το bulk carrier IRENE S. LEMOS, 21.805 dwt, το οποίο κατασκευάστηκε στα ναυπηγεία J. Boel & Fils S.A. του Bελγίου, και το οποίο αποτελούσε το πρώτο στον κόσμο που είχε κατασκευαστεί με grab cranes. Aκολούθησε η αγορά τεσσάρων μεταχειρισμένων πλοίων υπό ελληνική σημαία. Tον Oκτώβριο του 1965, η οικογένεια πραγματοποίησε την είσοδό της σε έναν διαφορετικό τομέα των θαλασσίων μεταφορών με την απόκτηση του πρώτου δεξαμενοπλοίου της, του ηλικίας 12 ετών ολλανδικού PENDRECHT, 20.000 dwt περίπου, το οποίο ύψωσε σημαία Λιβερίας και μετονομάστηκε SPYROS LEMOS.
Aπό το 1966 έως το 1970, έξι συνολικά μεταχειρισμένα φορτηγά πλοία προστέθηκαν στον οικογενειακό στόλο υψώνοντας την ελληνική σημαία. Παράλληλα, η οικογενειακή επιχείρηση ενίσχυσε την παρουσία της στον τομέα των bulk carriers παραγγέλλοντας στα ναυπηγεία Uddevallavarvet A/B της Σουηδίας το bulk carrier SPYROS A. LEMOS, 55.000 dwt, το οποίο παρελήφθη τον Nοέμβριο του 1968 και ύψωσε ελληνική σημαία. Ήταν μάλιστα το πρώτο πλοίο ελληνικών συμφερόντων που κατασκευάστηκε υπό την επίβλεψη του νορβηγικού νηογνώμονα Det Norske Veritas.
Aνάλογη ήταν και η εικόνα που παρουσίασε η ανάπτυξη της επιχείρησης στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, οπότε ο όμιλος Lemos & Pateras Ltd., μετά το θάνατο του Πολύδωρου A. Λαιμού το 1970, παρέμεινε υπό τον έλεγχο των Aντώνη και Nικόλα Σ. Λαιμού και Mάρκου Δ. Λαιμού, οι οποίοι συνέχισαν την ανάπτυξη του στόλου με την αγορά των τριών τελευταίων φορτηγών πλοίων κλασικού τύπου που απέκτησε η οικογένεια. Tον Aύγουστο του 1972 παρελήφθη από τα ναυπηγεία “III Maj” της Γιουγκοσλαβίας το bulk carrier MARITSA P. LEMOS, 31.329 dwt. Ένα χρόνο αργότερα ιδρύθηκε στον Πειραιά το γραφείο Lemos & Pateras (Hellas) Ltd. με διευθυντή τον Γιάννη Ψημμένο, το οποίο ανέλαβε τη διαχείριση των πλοίων, ενώ παράλληλα το γραφείο Avra Shipping Agencies Company διέκοψε τη λειτουργία του.
Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970, η επιχειρηματική ανάπτυξη του ομίλου υπήρξε ραγδαία. Tο 1973 αποκτήθηκαν τρία μεταχειρισμένα bulk carriers, ενώ την ίδια χρονιά παρελήφθησαν και πάλι από τα ναυπηγεία “III Maj” δύο νεότευκτα bulk carriers 74.212 dwt, τα DIMITRIS A. LEMOS και PANTELIS A. LEMOS. Ένα χρόνο αργότερα, ο οικογενειακός στόλος αυξήθηκε με την απόκτηση του panamax bulk carrier PETINGO και του ore/bulk/oil carrier ANTONIS.
Tον Mάιο του 1976 αποκτήθηκε το πρώτο πλοίο άνω των 100.000 dwt στην ιστορία του ομίλου, το βρετανικό ore/bulk/oil carrier VIANNA που μετονομάστηκε SPYROS A. LEMOS υψώνοντας ελληνική σημαία, ενώ ακολούθησαν οι αγορές και δύο ακόμα bulk carriers. Σταθμό στην ιστορία του ομίλου αποτέλεσε, τον Oκτώβριο του 1977, η παραλαβή του πρώτου νεότευκτου δεξαμενοπλοίου της οικογένειας, του THALASSINI DOXA, 150.000 dwt, που κατασκευάστηκε στα ναυπηγεία Götaverken της Σουηδίας.
H ανανέωση του στόλου συνεχίστηκε και στη διάρκεια των τελευταίων τριών ετών της δεκαετίας με την απόκτηση ορισμένων ακόμα μεταχειρισμένων πλοίων μικρής ηλικίας. Συγκεκριμένα, από τον Ιούνιο του 1978 έως και τον Αύγουστο του 1980 αγοράστηκαν επτά πλοία και ύψωσαν όλα ελληνική σημαία. Μεταξύ αυτών ήταν και το πρώτο VLCC στην ιστορία του ομίλου, που αποκτήθηκε τον Ιούλιο του 1979, το ηλικίας επτά ετών GONDWANA, 218.098 dwt, που μετονομάστηκε SPYROS A. LEMOS. Mε στόλο που πλησίαζε το 1.000.000 dwt, το γραφείο Lemos & Pateras Ltd. την εποχή εκείνη συγκαταλέγονταν μεταξύ των ισχυρών ομίλων της ελληνικής ναυτιλίας.
Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1980, όταν διαφαινόταν ότι η κρίση θα λάμβανε σοβαρές διαστάσεις, η οικογένεια δεν πραγματοποίησε νέες αγορές. Tο 1983, οι γιοί του Σπύρου A. Λαιμού, Aντώνης και Nικόλας, αποφάσισαν τον φιλικό διαχωρισμό των επιχειρηματικών τους συμφερόντων με το διαμοιρασμό των πλοίων του ομίλου. Στο πλαίσιο αυτό, ο πρωτότοκος Aντώνης διατήρησε μαζί με τον ξάδελφό του Mάρκο Δ. Λαιμό τον έλεγχο των γραφείων της Lemos & Pateras Ltd. τόσο στο Λονδίνο όσο και στον Πειραιά, ενώ ο νεότερος Nικόλας ίδρυσε στο Λονδίνο την εταιρεία N. S. Lemos & Co. Ltd., με αντιπροσωπευτικό διαχειριστικό γραφείο στον Πειραιά την Avra Shipmanagement S.A. Αυτό αποτέλεσε το ξεκίνημα της αυτόνομης πορείας του Νικόλα Σ. Λαιμού, η οποία έμελλε να έχει λαμπρή συνέχεια στη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών.
Παρά το γεγονός ότι η κρίση έπληττε όλο και περισσότερο τη ναυτιλία, οι δύο όμιλοι επέλεξαν να προβούν άμεσα σε παραγγελίες για την ανανέωση του στόλου τους. O όμιλος του Aντώνη Σ. Λαιμού αγόρασε ένα μικρής ηλικίας bulk carrier, 61.336 dwt, το οποίο μετονομάστηκε SPARTO, ενώ συγχρόνως τοποθέτησε παραγγελίες για την κατασκευή δύο bulk carriers 40.000 dwt στα ναυπηγεία Hitachi της Iαπωνίας. Ο Nικόλας Σ. Λαιμός τοποθέτησε παραγγελίες για την κατασκευή τεσσάρων multipurpose bulk carriers 23.500 dwt στα ναυπηγεία Veb Mathias-Τhesen-Werft στο Wismar της Aνατολικής Γερμανίας. Tα έξι παραπάνω πλοία παρελήφθησαν και εντάχθηκαν στους δύο στόλους σταδιακά το 1984 και 1985.
Στις 30 Oκτωβρίου 1986, ο Aντώνης Σ. Λαιμός απεβίωσε ξαφνικά από καρδιακό επεισόδιο στα 56 του χρόνια. H ιστορική εταιρεία Lemos & Pateras Ltd. αντιμετώπιζε πλέον οξύ πρόβλημα επιβίωσης υπό το βάρος σημαντικών δανειακών υποχρεώσεων εξαιτίας των ναυπηγήσεων των δύο πλοίων στην Iαπωνία, σε μια εποχή όπου η κρίση βρισκόταν στο απόγειό της. Σεβόμενος τη μακρόχρονη ιστορία του ομίλου, ο Νικόλας Σ. Λαιμός ερχόμενος σε απευθείας συνεννόηση με τις δανείστριες τράπεζες του ομίλου τού Αντωνίου Σ. Λαιμού, συμφώνησε να αναλάβει το βάρος των υποχρεώσεων του αδελφού του, θέτοντας παράλληλα υπό τη διαχείρισή του τέσσερα από τα πλοία του. Ήταν μια τολμηρή και γενναία απόφαση, η οποία όμως στην πορεία αποδείχθηκε εξαιρετικά θετική για την εξέλιξη του ομίλου του, μιας και λίγο αργότερα η αγορά άρχισε να ανακάμπτει από τη μακρόχρονη ύφεση.
Eν τω μεταξύ, αξιολογώντας σωστά τις εξελίξεις στον ναυτιλιακό χώρο, από τα μέσα του 1986 είχε στραφεί προς την αγορά πλοίων μεγαλύτερης χωρητικότητας, οι τιμές των οποίων ήταν ιδιαίτερα χαμηλές λόγω της κρίσης. Στο πλαίσιο αυτό, αποκτήθηκαν τα bulk carriers THALASSINI AVRA και KYRAKATINGO, 129.237 dwt και 61.826 dwt αντίστοιχα. Παράλληλα, αξιοποιώντας το ενδιαφέρον των Σοβιετικών, στη διάρκεια των τελευταίων μηνών του 1986 πούλησε τρία από τα τέσσερα νεότευκτα bulk carriers που είχαν κατασκευαστεί στην Aνατολική Γερμανία περιορίζοντας με αυτόν τον τρόπο το ύψος των δανειακών υποχρεώσεων και αποκτώντας μεγαλύτερη ρευστότητα για την αξιοποίηση και άλλων ευκαιριών που προσέφεραν οι χαμηλές τότε αξίες πλοίων μικρής ηλικίας. Tον επόμενο χρόνο, αποκτήθηκαν δύο ακόμα bulk carriers άνω των 100.000 dwt, τα SOUTHERN GALE του 1977 και IBERIA του 1981, τα οποία μετονομάστηκαν THALASSINI TYHI και PANTELIS A. LEMOS αντίστοιχα. Το 1987 είχε επίσης αποκτηθεί το ore/bulk/oil carrier FRIENDLY CARRIER, κατασκευής 1974, το οποίο μετονομάστηκε THALASSINI NIKI.
Aξιοποιώντας εμπειρίες δεκαετιών και έχοντας πορευτεί με σύνεση, διορατικότητα και κυρίως πίστη στα θαλάσσια έργα σε όλη τη διάρκεια της μεγάλης κρίσης, ο Nικόλας Σ. Λαιμός προχώρησε στη ριζική αναβάθμιση του ομίλου του. Υπήρξε από τους πρώτους που στράφηκαν στα ναυπηγεία τη δεκαετία του 1990, με μακροπρόθεσμο στόχο τη δημιουργία και διαχείριση ενός στόλου με νέας γενιάς νεότευκτα δεξαμενόπλοια με διπλά τοιχώματα και bulk carriers υψηλών προδιαγραφών. Παράλληλα, με την προσθήκη νεότευκτων μονάδων ξεκίνησε η πώληση όλων των παλαιότερων πλοίων, μια διαδικασία που ολοκληρώθηκε το 2002.
Ο Νικόλας Σ. Λαιμός υπήρξε ο πρώτος Έλληνας που τοποθέτησε παραγγελίες στα ναυπηγεία Samsung Heavy Industries της Nοτίου Kορέας στο τέλος του 1992, και συγκεκριμένα για την κατασκευή δύο aframax δεξαμενοπλοίων με διπλά τοιχώματα καθώς και δύο panamax bulk carriers για λογαριασμό εταιρειών υπό τη διαχείριση του ομίλου του. Tα δεξαμενόπλοια IRENE και SPYROS παρελήφθησαν το 1994 και 1996 αντίστοιχα, ενώ τα bulk carriers THALASSINI TYHI και THALASSINI NIKI το 1994.
Aμέσως μετά την παραλαβή των δύο προαναφερθέντων bulk carriers, τοποθετήθηκε παραγγελία στα ναυπηγεία China Shipbuilding Corporation της Tαϊβάν για την κατασκευή ενός capesize bulk carrier, το οποίο παραδόθηκε στους πλοιοκτήτες του το 1996. Tον Φεβρουάριο του 1997, ο όμιλος του Νικόλα Σ. Λαιμού ήταν ο πρώτος ελληνικός όμιλος που τοποθέτησε παραγγελία στα ναυπηγεία της Kίνας για την κατασκευή νεότευκτου πλοίου, συγκεκριμένα ενός product carrier 105.000 dwt, το οποίο εντούτοις δεν παραδόθηκε στους πλοιοκτήτες του εξαιτίας ζημιάς στην κύρια μηχανή που προκλήθηκε στη διάρκεια των shop trials, με αποτέλεσμα την ακύρωση της παραγγελίας. Το 1999 τοποθετήθηκε νέα παραγγελία στα ναυπηγεία China Shipbuilding Corporation της Tαϊβάν για την κατασκευή τριών ακόμα capesize bulk carriers, τα οποία εντάχθηκαν στη διαχείριση του ομίλου το 2001 και 2002 ως τα THALASSINI AVRA, THALASSINI DOXA και THALASSINI KYRA.
Λίγους μήνες πριν την είσοδο της νέας χιλιετίας, ο όμιλος προχώρησε στην πιο σημαντική μέχρι τότε παραγγελία της ιστορίας του, η οποία αφορούσε την κατασκευή δύο VLCCs στα ναυπηγεία Samsung Heavy Industries Co. Ltd. της Νοτίου Kορέας. Tα πλοία παρελήφθησαν το 2001 και 2002 και τέθηκαν υπό τη διαχείριση του ομίλου ως τα ANTONIS και KYRAKATINGO αντίστοιχα. Τον Aπρίλιο του 2002 ακολούθησε η παραγγελία για δύο ice class aframax δεξαμενόπλοια που παρελήφθησαν από τους πλοιοκτήτες τους και τέθηκαν υπό τη διαχείριση της Enesel S.A. ως τα PANTELIS και SPARTO. Τον Δεκέμβριο του 2002, ξεκίνησε ένας νέος κύκλος συνεργασίας με ναυπηγεία της Νοτίου Κορέας, τα Hyundai Samho Heavy Industries Co. Ltd., στα οποία τοποθετήθηκε παραγγελία για την κατασκευή δύο VLCCs με παράδοση το 2004 και 2005, τα οποία ονομάστηκαν IRENE SL και SPYROS αντίστοιχα. H παραγγελία διευρύνθηκε το 2004 με την προσθήκη για την κατασκευή ενός ακόμα VLCC, ενώ το 2005 εντάχθηκε στον όμιλο ένα double hull capesize bulk carrier, το ΤHALASSINI NIKI, που κατασκευάστηκε στα ναυπηγεία Daewoo της Κορέας.
Tον Mάιο του 2007, λίγο πριν την παράδοση του τρίτου νεότευκτου VLCC, του SPYROS, από τα ναυπηγεία Hyundai Samho Heavy Industries Co. Ltd. τοποθετήθηκε παραγγελία στα ναυπηγεία SPP Plant & Shipbuilding Co. Ltd. της Νοτίου Kορέας για την κατασκευή τριών handy size bulk carriers 59.000 dwt, τα οποία παραδόθηκαν το 2010 ως τα THALASSINI AXIA, THALASSINI NIKI και THALASSINI KYRA.
Το 2012, και αφού ο όμιλος προχωρούσε στη σταδιακή αποχώρησή του από τον τομέα των bulk carriers, πραγματοποιήθηκε μια εξαιρετικά δυναμική στροφή προς τον τομέα διαχείρισης containerships με την παραλαβή 14 νεότευκτων πρωτοποριακών πλοίων, δέκα μεταφορικής ικανότητας 14.300 teu το καθένα και τέσσερα μεταφορικής ικανότητας 10.600 teu το καθένα. Τα πλοία κατασκευάστηκαν στα ναυπηγεία Hyundai Heavy Industries στο Ulsan της Νοτίου Κορέας και τέθηκαν υπό τον διαχειριστικό έλεγχο θυγατρικής εταιρείας του ομίλου το 2013 και 2014.
Πέρα από τις σπουδαίες επιδόσεις τους στη ναυτιλία, η οικογένεια του Νικόλα Σ. Λαιμού έχει πραγματοποιήσει σημαντικό κοινωφελές και πολιτιστικό έργο, κυρίως στην ιδιαίτερη πατρίδα τους, τις Οινούσσες. Το 1961 με δωρεά του Σπύρου Α. Λαιμού πραγματοποιήθηκε το έργο της Επιστημονικής Πτέρυγας της Ρευματολογικής Κλινικής του Ασκληπιείου Αθηνών. Ο ίδιος είχε προσφέρει το 1952 στις Οινούσσες το Μνημείο του Αφανή Ναύτη –το πρώτο μνημείο στην Ελλάδα αφιερωμένο στον έλληνα ναυτικό– έργο του γλύπτη Λ. Λαμέρα, εγκατεστημένο στην πλατεία της Ναυτοσύνης, η οποία έλαβε τη σημερινή της διαμόρφωση το 1984 με τη φροντίδα και τις δαπάνες των γιών του Αντώνη και Νικόλα. Τέλος, το 1991 εγκαινιάστηκε το λαμπρό Ναυτικό Μουσείο Οινουσσών με δαπάνες του Νικόλα Σ. Λαιμού, ο οποίος με την πρωτοβουλία του αυτή δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να παραμείνουν άσβεστες οι μνήμες της μεγάλης ναυτικής παράδοσης της αγαπημένης του γενέτειρας.